Mπορεί η ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών, σε μια
Ελλάδα που βράζει και που ήδη βρίσκεται σε «προεκλογικό ντελίριο» να μην έχει. «διπλοκλειδώσει»
ακόμα, φαντάζοντας σαν λύση σε σκανδιναβικό για…
μέτριους λύτες, ωστόσο οι
πολιτικοί αρχηγοί και το κονκλάβιο που τους ακολουθεί κάθε φορά αναζητούν ως
είθισται το μότο της νίκης, της αυτοδυναμίας και άλλοι πάλι το «εισιτήριο» για
την είσοδο τους στην Βουλή.
από την Άντζελα Βέργη
Οι άνθρωποι των λόγων και λιγότερο των πράξεων, μας συστήνονται για μια
ακόμη φορά ως εθνοσωτήρες απαιτώντας από εμάς να ξεχάσουμε, να διαγράψουμε από
τη μνήμη μας το 1.000.000 ανέργων, την εθνική μας ταπείνωση, την ανέχεια στην
οποία έχει περιέλθει το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών και με φτηνά πολιτικά
συνθήματα όπως «Αυτοδύναμη Ελλάδα», «ναι γίνεται» και ανταπαντήσεις του τύπου
«βοήθα Παναγιά», δίχως ίχνος πρωτοτυπίας να μας σύρουν για μια ακόμα φορά στις
κάλπες.
Παλαιότερα άκουγες ένα κομμάτι από μια ομιλία ή ένα σύνθημα και
καταλάβαινες αμέσως από ποιον πολιτικό χώρο προέρχεται. Σήμερα αυτό φαντάζει
αδύνατο. Στην Ελλάδα του 2012, των μνημονίων, που λίγο έως πολύ όλοι έβαλαν το
χεράκι τους, η φθορά των λέξεων, των συνθημάτων είναι πλέον γεγονός.
Ετσι, οι περισσότεροι πολιτικοί, αναγνωρίζοντας και οι ίδιοι πολύ καλά την
ένδεια του λόγου τους, τις περισσότερες φορές προσπαθούν να καλύψουν το κενό
των προτάσεων τους με ξύλινο λεξιλόγιο, κλισέ, ρητορικές κορώνες και βεβαίως με
ψέματα.
Πίσω στον χρόνο, τα συνθήματα γεννιόντουσαν με αρκετή φαντασία, με
ευρηματικότητα, πιάνοντας τον παλμό του κόσμου, αυτό που είχε ανάγκη να ακούσει
και να πιστέψει κάθε φορά ο απλός πολίτης από το χωριό έως την πόλη.
Η επιτυχημένη συνταγή του παρελθόντος στηρίζεται σε λέξεις κλειδιά όπως:
λαός, πολίτες, μέλλον, πατρίδα κ.α. και πολύ λιγότερο σε κάποια ευφυολογήματα ή
χιουμοριστικές ατάκες αφού οι έλληνες πολιτικοί στην συντριπτική πλειοψηφία
τους αποτάσσονται τον αυτοσαρκασμό και οποιαδήποτε μορφή χιούμορ.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που ταυτίστηκε με την λέξη «αλλαγή» και
«συμμετοχή». Λέξεις που δεν άφησαν κανένα ασυγκίνητο με το πλήθος να παραληρεί στο
άκουσμα τους. Το περίφημο «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά» ήταν και αυτό
ένα σύνθημα που προσδιόρισε μια ολόκληρη εποχή και σημάδεψε γενιές, οι οποίες
ακολούθησαν, μετά το '81 οπότε και ακούστηκε για πρώτη φορά.
Όπως άλλωστε έχει αποκαλύψει πολλές φορές ο Γ. Παναγιωτακόπουλος
«συγκεντρωσιάρχης» του Ανδρέα Παπανδρέου υπήρχαν συνθήματα που ακούγονταν
μεθοδευμένα και στηρίζονταν επάνω στην ομιλία του τότε προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Την
αρχή έκανε ένα κομμάτι της νεολαίας του Κινήματος που παρέσερνε και το υπόλοιπο
πλήθος, προωθώντας τα έτσι στον κόσμο.
Το η «Ελλάδα ανήκει στους έλληνες» έχει και αυτό την δική του Ιστορία. Όταν
σε κάποια συνεδρίαση της βουλής ο Κωνσταντίνος Καραμανλής χτύπησε το χέρι του
στο έδρανο φωνάζοντας του ότι η «Ελλάδα ανήκει στη Δύση», η απάντηση ήρθε τότε
άμεσα από τον Ανδρέα Παπανδρέου: «Προτιμώ η Ελλάδα να ανήκει στους Ελληνες» του
είπε. Φράση που αργότερα έγινε σύνθημα σε προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Επίσης, «το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ ενωμένο δυνατό», τα «μπάνια του λαού» ατάκα που
χρησιμοποίησε ο Ανδρέας Παπανδρέου για να αποφύγει εκλογές μέσα στο καλοκαίρι,
«τα περήφανα γηρατειά», φράση που απέκτησε διαχρονική αξία και το ιστορικό
«Τσοβόλα δώστα όλα» που ακούστηκε σε προεκλογική συγκέντρωση στο Περιστέρι το
1989, ακόμη κι αν δεν δόθηκαν ούτε τα μισά, υποδηλώνουν την. μαεστρία του
ηγέτη, το χάρισμα να προσαρμόζει τον λόγο του ανάλογα με τις ανάγκες της
εποχής.
Η αλήθεια είναι ότι τότε τα συνθήματα συνδέονταν άμεσα με το πολιτικό
πρόσωπο, έδιναν το στίγμα του προγράμματος και της πολιτικής που θα ακολουθούσε
γενικότερα. Σήμερα το βασικό συστατικό είναι η αοριστία και η εσκεμμένη
ασάφεια.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος υπήρξε ένας από τους πλέον δεινούς
ρήτορες που έχει αναδείξει η σύγχρονη πολιτική ιστορία, μπορούσε να γίνει πολύ
απότομος όταν τα συνθήματα που εφηύρε το κομματικό του επιτελείο δεν τον
ικανοποιούσαν, ενώ αρέσκονταν και αυτός σε συνθήματα με άκρα επιγραμματικότητα
που έχουν μείνει ιστορικά. Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει μια από τις πλέον
χαρακτηριστικές του φράσεις, εκεί στα τέλη της δεκαετίας του '80 όταν αποκάλεσε
την Ελλάδα ως ένα απέραντο φρενοκομείο, ή το «Ελλάς- Γαλλία-Συμμαχία».
Αν και οι πολιτικοί σου δίνουν την εντύπωση ότι πρόκειται για ανθρώπους που
δεν έχουν γελάσει ποτέ στη ζωή τους μια ατάκα που περιείχε χιούμορ και μια δόση
μετριοπάθειας, σε δημόσια συγκέντρωση, ήταν το «δεν θέλω ου» του Γεωργίου
Ράλλη, όταν από το βήμα της ομιλίας του στο Ηράκλειο είχε ζητήσει να μην
αποδοκιμάζουν τον πολιτικό του αντίπαλο Ανδρέα Παπανδρέου. Βέβαια, το «Νεα
Δημοκρατία για πάντα δημοκρατία» δεν είχε καμία τύχη απέναντι στην «αλλαγή» του
ΠΑΣΟΚ.
Όταν το 1985 η Νέα Δημοκρατία με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη πιέζει αφόρητα
για εκλογές ακούγεται από τα χείλη του ηγέτη του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέα Παπανδρέου, το
ιστορικό «Κύριε πρόεδρε, παραβιάζετε ανοικτές θύρες»!
Η προεκλογική περίοδος ξεκινά και τις εντυπώσεις κερδίζει το μότο, «το ΠΑΣΟΚ
στην Κυβέρνηση ο λαός στην εξουσία» ενώ ιστορικό μένει και το σύνθημα «Ψηλέ
προχώρα, έφτασε η ώρα» απάντηση στο «Ανδρέα προχώρα σε θέλει όλη η χώρα»!
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τα χρόνια της διακυβέρνησης του ταυτίζεται εισάγει
την «κάθαρση», τότε στο μακρινό 1990, όταν και η Ελλάδα συγκλονίζεται με το
σκάνδαλο του Κοσκωτα. Σε εκείνη την παρατεταμένη εκλογική περίοδο, των τριών
εκλογικών αναμετρήσεων, αναδείχθηκαν και τα «ντολμαδάκια της Μαρίκας», όταν οι
Χαρίλαος Φλωράκης και Λεωνίδας Κύρκος επισκέφθηκαν το σπίτι των Μητσοτάκηδων…
Βέβαια, η Μαρίκα Μητσοτάκη «γκρέμισε» τον αστικό μύθο χρόνια αργότερα, όταν
αποκάλυψε πως στη συνάντηση αυτή, οι τρεις ηγέτες ήπιαν απλά καφέ.
Ο Κώστας Σημίτης με… εξαφανισμένες τις ελιές στις αφίσες (photoshop) φωνάζει «εκσυγχρονισμός» απέναντι στον Μιλτιάδη Έβερτ που επικοινωνιακά
δεν κατάφερε να συγκινήσει τους ψηφοφόρους! Το μότο του ΠΑΣΟΚ είναι το «Ισχυρή
Ελλάδα» ενώ της Νέας Δημοκρατίας το «Ώρα για δουλειά». Τις εντυπώσεις κερδίζει όμως
ο Συνασπισμός με το «Κοιτάξτε μας στα μάτια και ψηφίστε»!
Το 2000, ένα γλωσσικό ολίσθημα το Κώστα Σημίτη, «το μακέτο» είναι αυτό που
σκορπάει το γέλιο και κερδίζει τις εντυπαποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα γλωσσικά
ολισθήματα του Κώστα Σημίτη, κάνοντας όσους το άκουσαν να χαμογελάσουν
διακριτκά, αν και στη συνέχεια η φράση «είναι μακέτο αυτό το έργο;» έγινε μέρος
της καθημερινότητάς μας.
Ο Κώστας Καραμανλής, αναλαμβάνοντας τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας
μετά το φιάσκο του χρηματιστηρίου κάνει λόγο για «Φούσκα», ενώ ουδείς δεν ξεχνά
ότι τα δυο τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης του υιοθετεί ως μότο του το
περίφημο «σεμνά και ταπεινά».
Λίγο αργότερα ο Γιώργος Παπανδρέου θα ξαναθυμηθεί την «Δημοκρατική
Παράταξη», θα κάνει σημαία του την «συμμετοχική δημοκρατία», θα γνέψει με νόημα
το χέρι του στο «είσαι και θα είσαι ο πρωθυπουργός» και θα πει «Πάμε» αντί του
«Μαζί» που αρχικά είχε πει ο Ανδρέας Παπανδρέου και στη συνέχεια ο Κώστας
Σημίτης.
Μας υποσχέθηκαν «καλύτερες μέρες», μας είπαν «επιτέλους τέλος» και εμείς
τους πιστέψαμε, μας μίλησαν για «κουμπάρους», «νταβατζήδες», σε μια. κρίση
μάλιστα αυτοκριτικής τους, ομολόγησαν ότι κινδυνεύουν να τους πάρουμε με
τις πέτρες. Στην Ελλάδα όμως απ' ότι φαίνεται οι πολιτικοί επιμένουν να
αρνούνται την ανάληψη ευθυνών τους. Βασικό ζητούμενο παραμένει να εκφωνηθεί
σωστά ο λόγος, το σύνθημα να κάνει «γκελ» και πίσω από αυτό να κρύψουν την
όποια αδυναμία τους να δώσουν ουσιαστικές λύσεις.
Μπορεί στις μέρες μας τα συνθήματα, με τη μορφή που τα ζήσαμε και τα
ξέραμε, να έχουν ατονίσει, ο προεκλογικός λόγος να μοιάζει σαν εκνευριστικός
ήχος στ' αυτιά μας, ωστόσο τα επικοινωνιακά επιτελεία των κομμάτων θα
επιχειρήσουν και πάλι να. ρετουσάρουν τους αρχηγούς τους, σε μια προσπάθεια να
πείσουν. Πόσο όμως μπορεί να μπει στο "photoshop" η άγρια καθημερινότητα που βιώνουμε όλοι μας;
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου