Μία
φθινοπωρινή βραδιά του 1970, όλα έμοιαζαν ήσυχα σε κάποιο πλούσιο προάστιο του
Λος Άντζελες, τόπο διαμονής για πολλούς αστέρες της εποχής. Την γαλήνη ήρθε να
διαταράξει ο ήχος ενός πυροβολισμού και τα θρυμματισμένα γυαλιά ενός πανάκριβου
αυτοκινήτου, που έπεσαν στο έδαφος. Η Μπέτυ Μακάρτ, βοηθός του παραγωγού Αλ
Ρούντυ, αφού πρώτα ηρέμησε τα παιδιά της που βρίσκονταν εκείνη την στιγμή μαζί
της στο διαμέρισμα, κατέβηκε στο δρόμο να δει τι συνέβη. Το αυτοκίνητο που είχε
δανειστεί από το αφεντικό της είχε κυριολεκτικά καταστραφεί, ενώ ο δράστης είχε
αφήσει ένα απειλητικό σημείωμα, στα πρότυπα της ιταλικής μαφίας. Αν και το
ακριβές περιεχόμενο του σημειώματος έχει χαθεί πια στον μύθο, ωστόσο το μήνυμα ήταν σαφές : Μην
ξεκινήσετε τα γυρίσματα του “Νονού”.
από τον Κώστα Μανιάτη
Η
παραπάνω σκηνή θα μπορούσε να είναι κάποια από τις πολλές που τελικά κόπηκαν
από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα και δεν βρήκαν τον δρόμο τους προς την μεγάλη
οθόνη. Ωστόσο, είναι πέρα για πέρα αληθινή και ήταν το πρώτο επεισόδιο σε μία
σειρά από πολλά, που θα έκανε τους υπεύθυνους της ταινίας, να αναβάλλουν για
λίγο τα σχέδιά τους.
40
χρόνια μετά την επίσημη πρεμιέρα της “μεγαλύτερης ταινίας όλων των εποχών”
σύμφωνα με πολλούς κριτικούς, φαίνεται δύσκολο να πιστέψουμε ότι η ταινία που
έκανε εισπράξεις 268 εκατομμύρια και κέρδισε τρία Όσκαρ, συνάντησε τόσες
δυσκολίες μέχρι να γυριστεί.
Οι απειλές της Μαφίας
Τα προβλήματα ξεκίνησαν αμέσως για τους
συντελεστές της ταινίας, όταν ακόμα ο μόνος ηθοποιός που είχε υπογράψει ήταν ο
Μάρλον Μπράντο και ενώ ο Κόπολα επιλέχθηκε αφού πρώτα δύο άλλοι σκηνοθέτες
είχαν πει το “όχι”. Οι φήμες ότι το διάσημο βιβλίο του Mario
Puzzo επρόκειτο να γυριστεί σε
ταινία, είχαν φτάσει από νωρίς στα αυτιά του Τζο Κολόμπο, διαβόητου αρχινονού
της Νέας Υόρκης. Σύμφωνα με πληροφορίες της εποχής, ο Κολόμπο φοβόταν ότι η
ταινία θα ήταν ουσιαστικά μία αναπαράσταση της δικής του ζωής και της φαμίλιας
του και φυσικά θα έθιγε ευαίσθητα “επαγγελματικά” θέματα.
Αρχικά οι απειλές προς τον Κόπολα και τον παραγωγό
Αλ Ρούντυ ήταν τηλεφωνικές, ενώ και η ίδια η αστυνομία τον συμβούλευε να κάνει
πίσω. Τότε ο ίδιος ,θέλοντας να τεστάρει κατά πόσο η Μαφία είχε όντως σκοπό να
τον εμποδίσει, έκανε κάποια δοκιμαστικά γυρίσματα στη Νέα Υόρκη. Όταν αυτά
τελείωσαν και ενώ όλα έδειχναν καλά, ανακάλυψαν ότι μαφιόζοι τους είχαν κλέψει
ένα φορτηγό μαζί με εξοπλισμό, αξίας ενός εκατομμυρίου δολαρίων.
Την πιο βαριά όμως απειλή, έμελλε να την δεχτεί η
γυναίκα ενός εκ των συντελεστών της ταινίας. Η Άλι Μακγρκό, ηθοποιός και η ίδια,
βρισκόταν σε δωμάτιο ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη, μαζί με το μόλις μηνών παιδί
της, όταν δέχτηκε ένα περίεργο τηλεφώνημα. “Δεν θέλω να σπάσουμε τα όμορφα
μούτρα σου, ούτε να κάνουμε κακό στο παιδί σου”, είπε η άγνωστη φωνή από την
άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής. “Φύγετε τώρα από την πόλη. Μη γυρίσετε την
ταινία για τη φαμίλια μας εδώ. Το’πιασες”; Ο άντρας της, μίλησε και ο ίδιος στο
τηλέφωνο με τον άγνωστο, ο οποίος του επανέλαβε της απειλές “Άκου, γ..., όταν
σκοτώνεις ένα μωρό, ο μόνος τρόπος να το κάνεις είναι με μια σφαίρα στο κεφάλι”.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι στο χορό των απειλών είχε
μπει και ο Φρανκ Σινάτρα. Ήδη ο αμερικανός τραγουδιστής, είχε απειλήσει το 1970
τον Mario Puzzo, ότι “θα του σπάσει τα πόδια”. Ο λόγος; Οι πολλές ομοιότητες που είχε με τον
αγαπημένο τραγουδιστή της μαφίας στο βιβλίο του Puzzo, τον Τζόνυ Φοντάνε. Ωστόσο, ήταν και άλλος ο λόγος
που είχε εναντιωθεί στην ταινία. Είχε πλησιάσει τον Κόπολα και του είχε ζητήσει
τον ρόλο του Βίτο Κορλεόνε, αλλά εκείνος είχε αρνηθεί κατηγορηματικά.
Η Paramount, σύντομα πήρε στα σοβαρά όλα αυτά τα μηνύματα και
κάθισε στο ίδιο τραπέζι με την μαφία, προκειμένου να βρουν την χρυσή τομή.
Δέχτηκαν να μη χρησιμοποιήσουν την λέξη “μαφία” καθόλου στην ταινία, καθώς και
να έχουν καθημερινά στο πλατό “τσιράκια” της μαφίας να ελέγχουν τα γυρίσματα.
Ήταν μια προσφορά, που δεν μπορούσαν να αρνηθούν...
Στις 28 Ιουνίου του ‘71 όμως, η ανακωχή ανάμεσα
στις φαμίλιες, έμελλε να σπάει. Ο Τζο Κολόμπο, κατηγορήθηκε από τους νονούς
Κάρλο Γκαμπίνο και Φρανκ Κοστέλο ότι προκαλούσε με την φανταχτερή ζωή του και
τραβούσε πάνω το ενδιαφέρον του κόσμου, αλλά και της αστυνομίας. Αποτέλεσμα
ήταν, ο Κολόμπο να δεχτεί επίθεση και να πληγωθεί βαριά από τις σφαίρες ενός
εκτελεστή που λειτουργούσε σε “υπηρεσία” του μαφιόζου Τζο Γκάλο. Έμεινε
παράλυτος για τα υπόλοιπα επτά χρόνια της ζωής του και φυσικά το περιστατικό
τάραξε τους συντελεστές της ταινίας, που κατάλαβαν ότι ήταν ένα μήνυμα και προς
αυτούς.
Ωστόσο, τα γυρίσματα της ταινίας συνεχίστηκαν
κανονικά, κάτω από τους όρους που είχε θέσει η μαφία και ολοκληρώθηκαν μετά από
μερικούς μήνες.Οι φήμες για το τι πραγματικά συνέβη εκείνη την περίοδο, είχε
ήδη εξάψει την φαντασία του αμερικανικού κοινού. Όταν επιτέλους προβλήθηκε στις
αίθουσες, ο ενθουσιασμός του κόσμου ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ο Κόπολα έγινε εν
μια νυχτί ο πιο γνωστός σκηνοθέτης της γενιάς του, ενώ έδωσε το έναυσμα στον
μέχρι τότε άσημο Αλ Πατσίνο, να ξεκινήσει την τεράστια καριέρα του. Όμως η
επιτυχία της ταινίας συνέβαλε και σε κάτι ακόμα. Έσπασε τον όρκο σιωπής, την
“ομερτά” που είχαν μεταξύ τους οι φαμίλιες και βοήθησε να γυριστούν στο μέλλον
και άλλες ταινίες του είδους, όπως “Τα καλά παιδιά”, προσδιορίζοντας ακριβώς σε
ποιο μοτίβο έπρεπε να κινηθούν : στην αναπαράσταση του πραγματικού κώδικα τιμής
της ιταλικής μαφίας, που μέχρι τότε παρέμενε άγνωστος στο ευρύ κοινό.
1 σχόλια:
θεωρω πως ο νονός είναι η καλύτερη ταινία που εχώ δει μεχρι σήμερα και από αποψη σκηνοθεσίας αλλα και μουσικής.Το ότι συνέβησαν όλα αυτά τα γεγονότα πριν ακόμα ολοκληρωθούν τα γυρίσματα ήταν μια φυσική συνέπεια γιατι σίγουρα το περιεχόμενο της ταινίας κάποιους θα εθιγε.Ο Κοπολα εφτιαξε κατι το ασύληπτο που θα μείνει για πάντα στην ιστορία του κινηματογράφου όσα χρονια και αν περάσουν!!!!!!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου